Αμάλγαμα
He handed me a napkin with a line drawn across it to show the sea, a fortress on a hill, a hamam with three domes, and between them the Turkish names of some streets.
But hadn't Thessaloniki been Greek since December 1912? Hadn't it been burned to the ground, bombed, rebuilt, knocked down and rebuilt again since then? Hadn't it endured two world wars, various occupations, a civil war, a dictatorship and the worst that precast concrete can inflict? Hadn't its Turks been sent back to the eternal exile of "home" and its Jews, the soul of the city, who made up the majority of its remarkable mix of peoples, been all but exterminated at Auschwitz?
None of this seemed to phase him. It should be there. "People still have to eat borek."
Two days later, using his scribbled directions, I found a bougatsa shop just where he said I would, next to a patsas place that was still serving the Greek variant of that hangover tripe soup I had missed in Istanbul to the last of the night's stragglers.
- Fiachra Gibbons, "Give Greece a Chance", The Observer, 29 Μαΐου 2011
Οι ξένοι που έρχονται στον τόπο μας φέρνουν μαζί τους την ψυχή τους, την ψυχή του τόπου τους. Έτσι κάνανε κι οι άλλοι ξένοι πριν από αυτούς, οι Αρβανίτες, οι Βλάχοι, οι Μικρασιάτες, οι Αρμένιοι, οι Πόντιοι, οι Εβραίοι, όλοι οι πρόσφυγες κι οι μετανάστες που ήρθανε στην Ελλάδα ως τον προηγούμενο αιώνα. Ήρθαν εδώ και φέρανε το αίμα τους και την ψυχή τους. Κι έγινε το αίμα τους δικό μας, κι έγινε η ψυχή τους δική μας. Και σήμερα δεν ξεχωρίζεις τον Έλληνα απ' τον Αρμένη, παρά μόνο από το όνομα («tous les noms armeniens çe terminent en '-anne", sauf 'Karabette' qui çe termine en '-bette'», έλεγε ένα παλιό Γαλλικό ρατσιστικό αστειάκι). Δεν ξεχωρίζεις τον Πόντιο, παρά μόνο όταν του πεις το Ποντιακό ανέκδοτο και γυρίσει και σου πει, μ' ένα πονηρό, στραβό γελάκι "κι εγώ Πόντιος είμαι".
Δεν έχω αμφιβολία οτι κι οι κακοί, απαίσιοι φασίστες που γιουχάρουμε και κοροϊδεύουμε, νοιάζονται με τον τρόπο τους για την ψυχή του τόπου (το ξέρω μάλιστα γιατί αγαπάω τους φίλους μου με τα ελαττώματά τους). Βλέπουνε τον εαυτό τους σαν το ανοσοποιητικό σύστημα ενός οργανισμού, που εξασφαλίζει την υγεία του επιτιθέμενο με μανία σε κάθε ξένο σώμα- γιατί βέβαια στη φύση (που τόσο αγαπάνε, δεύτεροι μόνο μετά τους Οικολόγους-Εναλλακτικούς) κάθε ξένο σώμα είναι απειλή. Αφού τους αρέσουνε όμως τόσο οι ιατρικές παραβολές, νά και μια δικιά μου: καμμιά φορά, ένας οργανισμός αρρωσταίνει τόσο βαρειά που δεν τον σώζει ο γύψος, θέλει μεταμόσχευση. Το ανοσοποιητικό όμως δεν σκαμπάζει από μεταμοσχεύσεις, επιτίθεται στο ξένο όργανο, το μόσχευμα, κι ο οργανισμός το αποβάλει... και πεθαίνει. Γι' αυτό, όταν γίνει μεταμόσχευση, το ανοσοποιτηκό σύστημα πρέπει να κατασταλλεί, γιατί κάνει κακό στον ίδιο τον οργανισμό που υποτίθεται οτι προστατεύει.
Αυτή τη στιγμή λοιπόν, τα εθνικά μας αντανακλαστικά κάνουνε κακό, κάκιστο και επικίνδυνο, σε μια ώρα μεγάλης ανάγκης και σοβαρής αρρώστιας του τόπου. Η οικονομική κρίση κι η πολιτική, είναι απλά τα συμπτώματα της αρρώστιας. Ο τόπος έχει χάσει την ψυχή του. Είναι άρρωστος και θέλει μετάγγιση. Θέλει φρέσκο αίμα, καινούργια ψυχή, αμόλυντη από το κακό που μας βρήκε. Δε θα σου πω οτι είναι καλύτερα από 'κει που ήρθανε οι Αφγανοί κι οι Ιρακινοί. Κι αυτοί τις δικές τους παθογένειες έχουνε. Από άρρωστους τόπους φεύγουνε. Αλλά όπως μπορούνε αυτοί να δούνε με παρθένα μάτια την κατάσταση τη δική μας, έτσι μπορούμε κι εμείς τη δική τους. Όπως έχουμε εμείς πράγματα που χρειάζονται αυτοί, έχουνε κι αυτοί πράγματα που χρειαζόμαστε εμείς. Κι ίσως μπορέσουμε να γιατρέψουμε ο ένας τον άλλο. Ακριβώς επειδή είναι "άλλος", για μας, μπορούμε να συνεργαστούμε μαζί τους μ' έναν τρόπο που δεν μπορούμε με τον εαυτό μας. Είναι απλά κρίμα να ξοδεύουμε έτσι το ανθρώπινο κεφάλαιο, και κάποια στιγμή θα το εξαντλήσουμε- τόση ανέχεια, κάποια στιγμή θα σβήσει κάθε ίχνος ανθρωπιάς μέσα τους, και θα τους κάνει κι αυτούς ερείπια της μεγάλης γκρίζας πόλης. Θα χάσουνε κι αυτοί την ψυχή τους. Και μετά δε θα έχουμε ούτε καν αυτή τη μικρή, ισχνή ελπίδα.
Αυτή τη στιγμή, αντιμέτωποι με την τεράστια απειλή, η μόνη μας διέξοδος είναι η κοινωνική συνοχή. Η "κοινωνία" όμως που πρέπει να συνενωθεί έχει και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ξένους μέσα, που δεν πρόκειται να φύγουνε. Εδώ θα μείνουνε, παρά τη θέληση και τη δική μας και τη δική τους. Σταθερότητα δε θα πετύχουμε αν συνεχίσουμε να τους πολεμάμε, γιατί απλά πολεμάμε από τα μέσα τον ίδο μας τον μελλοντικό εαυτό. Όσο πιο γρήγορα αποδεχτούμε την κατάσταση και τη δούμε από τη θετική της σκοπιά, τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσουμε να στραφούμε απερίσπαστοι κι ενισχυμένοι στη σκληρή δουλειά και στην επείγουσα δουλειά, που πρέπει να κάνουμε, για να γλιτώσουμε το χάος.
(A Suivre)