Η κατάληψη Λέλας Καραγιάννη 37 είναι ένας χώρος συλλογικής ζωής και αγώνα που συμπληρώνει 21 χρόνια στο πλευρό πάντα των αγωνιζόμενων ανθρώπων για την κοινωνική και ατομική απελευθέρωση από την τυραννία του κράτους και του κεφάλαιου. Μια μακρόχρονη διαδρομή στην οποία η κατάληψη χάρη στην αλληλεγγύη και την ανιδιοτελή συνεισφορά πολλών αγωνιστών μπόρεσε να αντιμετωπίσει πλήθος από απειλές και πιέσεις καθώς επίσης εισβολές από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους και δολοφονικές επιθέσεις από παρακρατικές-φασιστικές συμμορίες.
Μέσα από αυτή την μακρά διαδρομή αγώνα, αυτοοργάνωσης, αντίστασης κι αλληλεγγύης και με αφορμή τη συμπλήρωση πέρσι, στις 15 Απρίλη 2008, μιας εικοσαετίας κατάληψης, η Λέλας Καραγιάννη 37 βρέθηκε αντιμέτωπη με μια αναπάντεχη νέα απειλή. Την απειλή της καταστολής της με πρόσχημα αυτή τη φορά την ύπαρξη νομικής δυνατότητας να διεκδικηθεί η κυριότητα του εγκαταλελειμμένου από το 1960 κτιρίου με βάση το νόμο περί χρησικτησίας μετά την παρέλευση 20ετούς χρήσης του. Όργανο αυτών των νέων κατασταλτικών μεθοδεύσεων είναι η λεγόμενη Συγκλητική Επιτροπή Κληροδοτημάτων (ΣΕΚ) του ΕΜΠ η οποία κατά κύριο λόγο ασχολείται με το σχεδιασμό της βίαιης εκκένωσης της Κατάληψης Λέλας Καραγιάννη 37 ονομάζοντάς τον «στρατηγική απελευθέρωσης του κτιρίου» για την «αποβολή των καταληψιών με τη βοήθεια της ελληνικής αστυνομίας και τη συνδρομή εισαγγελικής αρχής». Σχεδιασμός που συνίσταται όχι μόνο στην «εκκαθάριση του κτηρίου» από τους καταληψίες αλλά και στο σφράγισμά του, «ακόμη και με χτίσιμο των ανοιγμάτων» και «διακοπή των κοινόχρηστων παροχών» για να αποτραπεί τυχόν ανακατάληψη του. ΄Ετσι ώστε με την αποβολή των καταληψιών και το σφράγισμα του ο χώρος να παραδοθεί και πάλι στην εγκατάλειψη και την ερήμωσή του, μιας και όπως παραδέχεται στα πρακτικά της η ΣΕΚ το να χρησιμοποιηθεί σήμερα αυτό το ακίνητο όπως προβλέπεται από την κληροδότησή του δηλ. ως Φοιτητική Εστία «είναι άτοπο κατόπιν της δημιουργίας των νέων εγκαταστάσεων της φοιτητικής εστίας στο χώρο της Πολυτεχνειούπολης».
Και σε μια προσπάθεια να πείσει για την αναγκαιότητα της βίαιης εκκένωσης του χώρου από την αστυνομία και της ενδεχόμενης σύλληψης και δίωξης των καταληψιών, η ΣΕΚ καταφεύγει σε ψεύδη και διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας.
Καταρχάς, ψεύδεται όσον αφορά την ημερομηνία που έγινε η κατάληψη του κτηρίου, ισχυριζόμενη ότι δεν έχει συμπληρωθεί ακόμα η 20ετία και για αυτό θα πρέπει το συντομότερο να εκκενωθεί η κατάληψη ώστε να μην μπορούν οι καταληψίες να διεκδικήσουν το κτίριο στο μέλλον.
Όπως είναι όμως γνωστό κι αποδεικνύεται από πλήθος αδιαμφισβήτητων ντοκουμέντων, συμπεριλαμβανομένων εγγράφων και δηλώσεων πανεπιστημιακών -όπως του τότε πρύτανη του ΕΚΠΑ Σταθόπουλου-, δημοσιευμάτων εφημερίδων της εποχής και άλλων που υπάρχουν στα χέρια των καταληψιών, η κατάληψη έγινε στις 15 Απρίλη 1988 οπότε η εισοσαετία, η οποία αποτελούσε προϋπόθεση για τη θεμελίωση δικαιώματος χρησικτησίας, έχει ήδη συμπληρωθεί εδώ και ένα χρόνο. Κατά συνέπεια, η διεκδίκηση της χρησικτησίας αν πραγματικά αποτελούσε ζητούμενο των καταληψιών θα είχε ήδη συμβεί από καιρό. Αλλά αυτό δεν έγινε, και δεν ήταν βέβαια η επαπειλούμενη σήμερα καταστολή που δεν το επέτρεψε αλλά η διακηρυγμένη από πέρσι βούληση των καταληψιών.
Επομένως, είναι ολοφάνερο πως το εγειρόμενο από τη ΣΕΚ και όχι από τους καταληψίες ζήτημα της χρησικτησίας, με βάση το οποίο εμφανίζεται να δικαιολογείται η καταστολή της κατάληψης, δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από ένα τέχνασμα κι ένα πρόσχημα για τους κατασταλτικούς σχεδιασμούς αυτής της Επιτροπής, μιας και οι καταληψίες όπως είχαν ήδη δηλώσει από πέρσι δεν είχαν σκοπό να διεκδικήσουν το κατειλημμένο κτίριο και δεν το έπραξαν όλο αυτό το διάστημα, μολονότι γνώριζαν πως είχαν κάθε δυνατότητα να το κάνουν.
Κι ενώ αποδεδειγμένα έτσι έχουν τα πράγματα, οι καταληψίες δηλαδή αρνήθηκαν συνειδητά να κάνουν χρήση του νόμου περί χρησικτησίας, εφόσον πραγματικά δεν επιθυμούν τίποτα περισσότερο από την κοινωνική χρήση αυτού του χώρου που ήταν εγκαταλελειμμένος πριν καταληφθεί, η ΣΕΚ επιμένει, με πρόσχημα πάντα το ζήτημα της χρησικτησίας, να μεθοδεύει και να σχεδιάζει τη βίαιη καταστολή τους με εισβολή της αστυνομίας. Κι επειδή, όπως ομολογεί η ίδια, δεν υπάρχει κανένας σκοπός αξιοποίησης του κτιρίου σύμφωνα με τους όρους του κληροδοτήματος, να γίνει δηλ. φοιτητική εστία, απαιτεί τη βίαιη εκκένωση του κτιρίου, ενός ζωντανού χώρου του κοινωνικού αγώνα, μόνο και μόνο για να τον σφραγίσει και να τον παραδώσει στη σιωπή και την εγκατάλειψη.
Ψεύδεται επίσης η ΣΕΚ όταν στα πρακτικά των συνεδριάσεων της καταγράφει, μεταξύ των άλλων, ότι τα έξοδα των καταληψιών για το χώρο καταβάλλονται υποτίθεται από το πανεπιστήμιο. Παρόλη την επιμονή ορισμένων σε αυτόν τον ανυπόστατο ισχυρισμό μόνο και μόνο για να δημιουργήσουν αρνητικές εντυπώσεις σε βάρος των καταληψιών, δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο από μια ψευδολογία που δεν αντέχει σε κανέναν έλεγχο.
Διότι, σε όλη τη διάρκεια του χρόνου της κατάληψης από το 1988 μέχρι και σήμερα, όλα τα έξοδα για τη συντήρηση του κτηρίου καθώς και οι λογαριασμοί του νερού και του ηλεκτρικού βαραίνουν αποκλειστικά και μόνο τους καταληψίες και τους αλληλέγγυους και ποτέ το Πανεπιστήμιο, το ΕΜΠ και η ΑΣΚΤ δεν επιβαρύνθηκαν με το ελάχιστο ποσό για ο,τιδήποτε. Και στην περίπτωση που τυχόν αναφέρεται στον προϋπολογισμό κάποιου ιδρύματος κάποια οικονομική εισφορά για το κτίριο της Λέλας Καραγιάννη 37 δεν πρόκειται μόνο για ψεύδος αλλά και για προφανή υπεξαίρεση χρημάτων από μέρους επιτήδειων. Και αυτό αποδεικνύεται εύκολα καθώς όλες οι αποδείξεις των λογαριασμών για τις κοινόχρηστες παροχές και όλα τα έξοδα γενικότερα για τη φροντίδα και τη συντήρηση του κτιρίου βρίσκονται στα χέρια των καταληψιών που τα πληρώνουν τόσα χρόνια.
Ξεχωριστή αναφορά θα πρέπει να γίνει στον προεδρεύοντα αυτής της κατ΄ουσίαν κατασταλτικής Επιτροπής Ν. Μαρκάτο, ένα πρόσωπο γνωστό από το παρελθόν για τις επιδόσεις του στον τομέα της καταστολής των κοινωνικών αγώνων, επειδή ακριβώς βαρύνεται με τη σύλληψη, την κακοποίηση, τις διώξεις, τις προφυλακίσεις, τις δίκες και τις καταδίκες δεκάδων κι εκατοντάδων αγωνιστών που είχαν βρει καταφύγιο στο Πολυτεχνείο και βρέθηκαν στα χέρια της αστυνομίας που εισέβαλε στο χώρο, όταν το 1991 και το 1995 ο τότε πρύτανης Μαρκάτος ενέδωσε στις κατασταλτικές απαιτήσεις της πολιτικής εξουσίας και ήρε το άσυλο.
Η παρουσία αυτού του ανθρώπου με τη λαμπρή σταδιοδρομία στο πλευρό των Σωμάτων Ασφαλείας καταδεικνύει περίτρανα τον προσανατολισμό αυτής της Επιτροπής και τι πραγματικά διακυβεύεται και επαπειλείται από τους σχεδιασμούς της.
Για αυτό, προειδοποιούμε σήμερα για τα ενδεχόμενα αποτελέσματα αυτών των απειλών και των σχεδιασμών σε βάρος του εγχειρήματος της Kατάληψης Λέλας Καραγιάννη 37 και απαιτούμε να σταματήσουν άμεσα οι μεθοδεύσεις αυτής της Eπιτροπής, μιας και θα πρέπει να το γνωρίζουν καλά όλοι ότι δεν έχουμε σκοπό να υποκύψουμε και να παραδοθούμε στην καταστολή ούτε να παραδώσουμε στο σφράγισμα και την ερήμωση το χώρο της κατάληψης. Έναν χώρο που με κόπο και συνεχή προσπάθεια πολλών χρόνων από εκατοντάδες ανθρώπους έγινε χώρος ζωής και αντίστασης και έγραψε τη δική του σελίδα συνεισφοράς στην ευρύτερη ιστορία των κοινωνικών-ταξικών αγώνων για μια κοινωνία ισότητας, αδελφοσύνης κι αλληλεγγύης χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση ανθρώπου από άνθρωπο. Και καλούμε όλους τους αγωνιζόμενους ανθρώπους να υπερασπιστούμε μαζί, με κάθε δυνατό και πρόσφορο μέσο, αυτόν τον χώρο όπως και κάθε άλλο αυτοοργανωμένο χώρο του κοινωνικού αγώνα.
Καταληψίες της Λέλας Καραγιάννη 37 και Αλληλέγγυοι/ες
Τετάρτη 18 Μάρτη 2009
Τώρα το έμαθα αυτό. Επίσης τώρα έμαθα κι οτι έχουνε κλείσει την Κεραμεικού εδώ και κάτι χρόνια... Όχι τη Λέλας Καραγιάννη όμως. Τη Λέλας Καραγιάννη δε θα την πάρετε.
(A Suivre)