Ο κύριος Εξάρχου
Μεγάλωσα με ξύλο- πολύ ξύλο. Όταν ήμουνα πέντε χρονών, οι γονείς μου χωρίσανε, γιατί δεν πήγαινε άλλο πια η κατάσταση. Άλλες οικογένειες έχουνε πρόβλημα με το ποτό. Συνήθως πίνει ο άντρας και βαράει τη γυναίκα του. Στη δική μας, δεν ήτανε θέμα μέθης και δεν κάναμε διακρίσεις με βάση το φύλο. Απλώς αρχίζανε να τσιρίζουνε και να πλακώνονται στις φάπες, κι οι δύο. Δυο άνθρωποι ενήλικοι, υποτίθεται, που κανείς τους ποτέ δεν είχε άδικο, εννοείται, κοπανάγανε ο ένας τον άλλο στο κεφάλι με τις σανίδες από το κρεβάτι του παιδού τους- μπροστά στο παιδί τους. Μετά με παίρνανε παράμερα και μου δείχνανε τα καρούμπαλα και μου λέγανε, "να, είδες τί μου έκανε η μάνα σου;" ή "ο πατέρας σου;"
Αργότερα, όταν πια είχανε πάρει διαζύγιο, οι μεγάλοι (αλλά και μερικά παιδάκια) που το μαθαίνανε, παίρνανε ένα ύφος κλαμμένης ρέγγας και με ρωτάγανε, σαν τους δημοσιογράφους στις κηδείες, αν στεναχωριόμουνα. Δεν στεναχωριόμουνα. Ανακούφιση ένοιωθα, που είχαν ησυχάσει τ' αυτιά μου από τις φωνές. Και στην τελική, γιατί να στεναχωρηθώ; Μήπως έχασα κανέναν γονιό; Δύο δεν είχα και πρώτα; Δύο είχα και τώρα. Χρόνια μετά η γιαγιά μου, που με ένοιωθε, με κορόιδευε "το έχεις δίπορτο!" Ταλαιπωρήθηκα μόνο όταν αναγκαζόμουνα να κουβαλάω τα βιβλία της Δευτέρας μαζί μου την Παρασκευή, όταν πήγαινα από τον έναν στον άλλο για το Σαββατοκύριακο, μετά το σχολείο.
Δυστυχώς οι ελπίδες μου για μια ήσυχη ζωή μετά από τις κρίσεις των πρώτων πέντε χρόνων, διαψεύστηκαν. Ο πατέρας μου ήταν της παιδαγωγικής σχολής Τουξύλου- αυτής που υποστηρίζει οτι τα παιδιά χωρίς ξύλο δεν στρώνουν. Τί σκατά επιστημονική μέθοδος έβγαλε τέτοιο συμπέρασμα, επιστημονικό, θέλω να ξέρω. Ο σκοπός είναι να το "στρώσεις" το παιδί, όχι να το ισωπεδώσεις. Κι αν τύχει να είναι από κείνους τους χαρακτήρες που όσο τους βαράς τόσο μουλαρώνουνε; Τί θα γίνει; Θα το σκοτώσεις στο ξύλο, να πεθάνει;
Ε, αυτό που έγινε είναι οτι μέχρι το γυμνάσιο, εκεί γύρω, μάζεψα όσο ξύλο δεν πρόφτασε να ρίξει ο Σουγκλάκος. Δεν έφαγα, σε μια καθησιά, αρκετά για να ψοφήσω. Απ' την άλλη, το ξύλοφώρτωμα δεν σταματούσε. Έτρωγα σε συνέχεις, μου έριχνε σαν την Ελλάδα, που για μια στιγμή ξαποσταίνει κ.ο.κ. Κάθε φορά που γύρναγα στο σπίτι, κάποια αφορμή θα βρισκότανε κι άρχιζε το πάνω χέρι κάτω χέρι, σαν τον Καραγκιόζη με το Χατζηαβάτη. Σε φάση, έτσι και κάτσω να γράψω τις αναμνήσεις μου από την παιδική μου ηλικία, θα είναι κάπως έτσι: "Πήγαμε με τον πατέρα μου για μπάνιο. Με έδειρε, κάναμε ηλιοθεραπεία, με έδειρε, βούτηξα, με έδειρε, έπεσε με το ψαροντούφεκο και με έδειρε. Μετά πήγαμε για φαϊ στην ταβέρνα, με έδειρε, φάγαμε, με έδειρε, πήγα στην τουαλέτα, με έδειρε και φύγαμε." Ένα τέτοιο πράμα.
Η σχολή Τουξύλου, υπαγορεύει οτι δεν φτάνει να τρώει το παιδί μόνο στο σπίτι. Πρέπει ν' αρπάζει και στο σχολείο, γιατί αλλοίως, πώς θα μάθει γράμματα; Ο πατέρας μου ζήταγε από τους δασκάλους μου, αν κάνω αταξίες στην τάξη, ή δεν προσέχω, ή βαριούνται και δεν έχουν τί να κάνουνε, να με πλακώνουν στις μπούφλες. Τους το έλεγε και μπροστά μου, για να είναι σίγουρος οτι έπιασα το υποννοούμενο. Όταν έτρωγα σκαμπίλι από το χέρι του κυρίου Δάρα, με τη νυχάρα στο μικρό δαχτυλάκι, να ξέρω οτι είναι η προέκταση του χεριού του πατέρα μου (άρα μάλλον δεν το είχε σκεφτεί έτσι γραφικά).
Στην έκτη Δημοτικού, ο κύριος Εξάρχου, μια μέρα αποφάσισε να του κάνει το χατήρι κι επιχείρησε να με δολοφονήσει. Με σήκωσε πάνω, με στρίμωξε στη γωνία και με σάπισε στο ξύλο, μπροστά σ' όλη την τάξη που κοιτούσε έντρομη. Τα άλλα παιδάκια είχανε να το λένε μέχρι που τελειώσαμε το σχολείο. Αφού ερχόντουσαν και από άλλες τάξεις και με ρωτάγανε, "Εσύ είσαι που σε έδειρε ο Εξάρχου;" Από το πολύ ξύλο, έκανα μια βδομάδα να πάω στο σχολείο. Μόλις έφτασα σπίτι, χώθηκα στο κρεβάτι μου (το καταφύγιό μου!) κι ανέβασα πυρετό. Καμμια βδομάδα κάνανε να περάσουνε κι οι μελανιές που μου άφησε το δαχτυλίδι στις ανάποδες.
Εκείνο που με αρρώστησε περισσότερο είναι που μετά το ξύλο, μου άδειασε την τσάντα στο πάτωμα και με δούλευε για το παρατσούκλι που μου είχανε βγάλει οι συμμαθητές μου (έχω πολύ αστείο επώνυμο). Το είδε σε μια πρόσκληση για πάρτυ που μου είχε δώσει ένας συμμαθητής μου εκείνη τη μέρα και την είχα στην τσάντα μου. Φρίκαρε κι ο συμμαθητής και νόμιζε οτι έφταιγε αυτός μετά. Κάι νά' μαι τώρα εγώ, να ρουφάω τις μύξες μου από τη μιά κι απ' την άλλη να προσπαθώ να του εξηγήσω του συμμαθητή οτι δεν φταίει αυτός, γιατί είμαστε φίλοι και δεν με πειράζει να με λέει έτσι...
Στην Τρίτη Λυκείου, μετά από μια μικρή περιπέτεια με μια κατάληψη στέγης, ένα εργαστήριο αρτοποιίας- ζαχαροπλαστικής και το τμήμα Ανηλίκων της Ασφάλειας Αθηνών, βρέθηκα πάλι στο σχολείο μου, να παριστάνω το καλό παιδί, μπας και γλυτώσω την καταδίκη (έπιασε τελικά). Εντωμεταξύ, είχα περάσει μια περίοδο χάλια μαύρα, που έμενα όλη μέρα στο κρεβάτι, και δεν είχα ενέργεια να κάνω τίποτα, μόνο τριγυρνούσα μες' το σπίτι με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα. Η μάνα μου, δεινή ψυχολόγος (στον ύπνο της) με έσυρε στο γυμναστήριο της γειτονιάς μπας και συνέρθω. Και να δεις που δούλεψε. Παρά δούλεψε.
Έγινα το γομάρι του σχολείου. Ε; Ναι, εγώ. Μ΄αρέσουνε τα γυμνασμένα αντρικά σώματα. Μ' αρέσουνε πολύ, και μ' αρέσουνε πολύ γυμνασμένα. Και μια κι είχα το δικό μου πρόχειρο, είπα, δε γαμιέται; Αφού δεν θα γίνω ποτέ γκόμενα, ας γίνω ωραίος γκόμενος, τουλάχιστον, να μ' έχω να με χαίρομαι. Το παράκανα όμως, είναι αλήθεια. Κάποια στιγμή, αρχίσανε να μου δίνουνε το κλειδί του γυμναστηρίου για να ανοίγω τα Σάββατα, έκανα πρόγραμμα έξι μέρες τη βδομάδα κι είχα φτάσει να σπρώχνω 215 κιλά στην πρέσα για τα πόδια (δεν ήμουνα ακόμη σε ηλικία για σκουώτς). Είχα γίνει τούμπανο- νταούλι!
Κάπου σ' εκείνη τη φάση, βρέθηκα μια μέρα έξω από τις αίθουσες της έκτης δημοτικού. Σε ώρα διαλείμματος, πέτυχα τον κύριο Εξάρχου, να στέκεται στην είσοδο της τάξης του, και να με κοιτάει με τα γουρλωτά του μάτια. Ήτανε πιο κοντός απ' ότι τον θυμόμουνα- ένας μαυριδερός ζουμπάς με κοιλάρα κι αραιά μαλλιά, γλειμμένα στο κεφάλι. Τον έβλεπα να με κοιτάει και ήξερα τί θυμότανε, γιατί θυμόμουνα το ίδιο κι εγώ. Και ήξερα και τί σκεφτότανε, γιατί κι εγώ το ίδιο σκεφτόμουνα.
Ότι ώρα ήθελα, μπορούσα να τον πιάσω και να τον δέσω φιόγκο. Να του τσακίσω τα κόκαλα του πούστη, να τον μάθω να βαράει παιδάκια. Τί θα πεί του είχα γαμήσει το μάθημα; Έτσι τα μαθαίνουνε τα παιδιά; Κι άμα μεγαλώσουνε, τί νομίζεις οτι θα γίνουνε, αν τα έχεις μάθει έτσι; Αν τον έλοιωνα σα σκουλήκι τώρα που μπορούσα, το μάθημά του δεν θα τον τάιζα, να σκάσει; Έπρεπε ή δεν έπρεπε να τον σκίσω ξέφτια;
Είχα ήδη φάει μια κατραπακιά απίστευτη, από τη ζωή (που λένε) εκείνη την εποχή κι έκανε καιρό πολύ να μου περάσει. Εκείνη τη μέρα όμως, δε μάσησα. Δεν είχα πια ανάγκη να φοβάμαι καμμιά μαλακόφατσα σαν κι αυτόνε. Είχα σταθεί στα πόδια μου. Είχα βρει τη δύναμή μου. Και δεν είχα ανάγκη κανέναν. Έλαμπα από μέσα μου, με το δικό μου φώς κι είχα διαλέξει ποιό μάθημα να μάθω στη ζωή μου. Δεν διάλεξα το μάθημα του Εξάρχου, και του πατέρα μου, και της γενιάς τους, οτι μόνο με το ζόρι γίνεσαι άνθρωπος. Έμαθα οτι μέσα μου, είμαι από χρυσάφι, οτι ήρθα στον κόσμο για να τον κάνω καλύτερο, όχι χειρότερο.
Έφυγα λοιπόν και τον άφησα να κάνει το σταυρό του, που δεν ήμουνα κι εγώ καθήκι σαν τα μούτρα του. Γιατί έτσι και τον βούταγα, δεν θα ξαναπερπατούσε, ο σκατόγερος... το μαλάκα.
Αργότερα, όταν πια είχανε πάρει διαζύγιο, οι μεγάλοι (αλλά και μερικά παιδάκια) που το μαθαίνανε, παίρνανε ένα ύφος κλαμμένης ρέγγας και με ρωτάγανε, σαν τους δημοσιογράφους στις κηδείες, αν στεναχωριόμουνα. Δεν στεναχωριόμουνα. Ανακούφιση ένοιωθα, που είχαν ησυχάσει τ' αυτιά μου από τις φωνές. Και στην τελική, γιατί να στεναχωρηθώ; Μήπως έχασα κανέναν γονιό; Δύο δεν είχα και πρώτα; Δύο είχα και τώρα. Χρόνια μετά η γιαγιά μου, που με ένοιωθε, με κορόιδευε "το έχεις δίπορτο!" Ταλαιπωρήθηκα μόνο όταν αναγκαζόμουνα να κουβαλάω τα βιβλία της Δευτέρας μαζί μου την Παρασκευή, όταν πήγαινα από τον έναν στον άλλο για το Σαββατοκύριακο, μετά το σχολείο.
Δυστυχώς οι ελπίδες μου για μια ήσυχη ζωή μετά από τις κρίσεις των πρώτων πέντε χρόνων, διαψεύστηκαν. Ο πατέρας μου ήταν της παιδαγωγικής σχολής Τουξύλου- αυτής που υποστηρίζει οτι τα παιδιά χωρίς ξύλο δεν στρώνουν. Τί σκατά επιστημονική μέθοδος έβγαλε τέτοιο συμπέρασμα, επιστημονικό, θέλω να ξέρω. Ο σκοπός είναι να το "στρώσεις" το παιδί, όχι να το ισωπεδώσεις. Κι αν τύχει να είναι από κείνους τους χαρακτήρες που όσο τους βαράς τόσο μουλαρώνουνε; Τί θα γίνει; Θα το σκοτώσεις στο ξύλο, να πεθάνει;
Ε, αυτό που έγινε είναι οτι μέχρι το γυμνάσιο, εκεί γύρω, μάζεψα όσο ξύλο δεν πρόφτασε να ρίξει ο Σουγκλάκος. Δεν έφαγα, σε μια καθησιά, αρκετά για να ψοφήσω. Απ' την άλλη, το ξύλοφώρτωμα δεν σταματούσε. Έτρωγα σε συνέχεις, μου έριχνε σαν την Ελλάδα, που για μια στιγμή ξαποσταίνει κ.ο.κ. Κάθε φορά που γύρναγα στο σπίτι, κάποια αφορμή θα βρισκότανε κι άρχιζε το πάνω χέρι κάτω χέρι, σαν τον Καραγκιόζη με το Χατζηαβάτη. Σε φάση, έτσι και κάτσω να γράψω τις αναμνήσεις μου από την παιδική μου ηλικία, θα είναι κάπως έτσι: "Πήγαμε με τον πατέρα μου για μπάνιο. Με έδειρε, κάναμε ηλιοθεραπεία, με έδειρε, βούτηξα, με έδειρε, έπεσε με το ψαροντούφεκο και με έδειρε. Μετά πήγαμε για φαϊ στην ταβέρνα, με έδειρε, φάγαμε, με έδειρε, πήγα στην τουαλέτα, με έδειρε και φύγαμε." Ένα τέτοιο πράμα.
Η σχολή Τουξύλου, υπαγορεύει οτι δεν φτάνει να τρώει το παιδί μόνο στο σπίτι. Πρέπει ν' αρπάζει και στο σχολείο, γιατί αλλοίως, πώς θα μάθει γράμματα; Ο πατέρας μου ζήταγε από τους δασκάλους μου, αν κάνω αταξίες στην τάξη, ή δεν προσέχω, ή βαριούνται και δεν έχουν τί να κάνουνε, να με πλακώνουν στις μπούφλες. Τους το έλεγε και μπροστά μου, για να είναι σίγουρος οτι έπιασα το υποννοούμενο. Όταν έτρωγα σκαμπίλι από το χέρι του κυρίου Δάρα, με τη νυχάρα στο μικρό δαχτυλάκι, να ξέρω οτι είναι η προέκταση του χεριού του πατέρα μου (άρα μάλλον δεν το είχε σκεφτεί έτσι γραφικά).
Στην έκτη Δημοτικού, ο κύριος Εξάρχου, μια μέρα αποφάσισε να του κάνει το χατήρι κι επιχείρησε να με δολοφονήσει. Με σήκωσε πάνω, με στρίμωξε στη γωνία και με σάπισε στο ξύλο, μπροστά σ' όλη την τάξη που κοιτούσε έντρομη. Τα άλλα παιδάκια είχανε να το λένε μέχρι που τελειώσαμε το σχολείο. Αφού ερχόντουσαν και από άλλες τάξεις και με ρωτάγανε, "Εσύ είσαι που σε έδειρε ο Εξάρχου;" Από το πολύ ξύλο, έκανα μια βδομάδα να πάω στο σχολείο. Μόλις έφτασα σπίτι, χώθηκα στο κρεβάτι μου (το καταφύγιό μου!) κι ανέβασα πυρετό. Καμμια βδομάδα κάνανε να περάσουνε κι οι μελανιές που μου άφησε το δαχτυλίδι στις ανάποδες.
Εκείνο που με αρρώστησε περισσότερο είναι που μετά το ξύλο, μου άδειασε την τσάντα στο πάτωμα και με δούλευε για το παρατσούκλι που μου είχανε βγάλει οι συμμαθητές μου (έχω πολύ αστείο επώνυμο). Το είδε σε μια πρόσκληση για πάρτυ που μου είχε δώσει ένας συμμαθητής μου εκείνη τη μέρα και την είχα στην τσάντα μου. Φρίκαρε κι ο συμμαθητής και νόμιζε οτι έφταιγε αυτός μετά. Κάι νά' μαι τώρα εγώ, να ρουφάω τις μύξες μου από τη μιά κι απ' την άλλη να προσπαθώ να του εξηγήσω του συμμαθητή οτι δεν φταίει αυτός, γιατί είμαστε φίλοι και δεν με πειράζει να με λέει έτσι...
Στην Τρίτη Λυκείου, μετά από μια μικρή περιπέτεια με μια κατάληψη στέγης, ένα εργαστήριο αρτοποιίας- ζαχαροπλαστικής και το τμήμα Ανηλίκων της Ασφάλειας Αθηνών, βρέθηκα πάλι στο σχολείο μου, να παριστάνω το καλό παιδί, μπας και γλυτώσω την καταδίκη (έπιασε τελικά). Εντωμεταξύ, είχα περάσει μια περίοδο χάλια μαύρα, που έμενα όλη μέρα στο κρεβάτι, και δεν είχα ενέργεια να κάνω τίποτα, μόνο τριγυρνούσα μες' το σπίτι με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα. Η μάνα μου, δεινή ψυχολόγος (στον ύπνο της) με έσυρε στο γυμναστήριο της γειτονιάς μπας και συνέρθω. Και να δεις που δούλεψε. Παρά δούλεψε.
Έγινα το γομάρι του σχολείου. Ε; Ναι, εγώ. Μ΄αρέσουνε τα γυμνασμένα αντρικά σώματα. Μ' αρέσουνε πολύ, και μ' αρέσουνε πολύ γυμνασμένα. Και μια κι είχα το δικό μου πρόχειρο, είπα, δε γαμιέται; Αφού δεν θα γίνω ποτέ γκόμενα, ας γίνω ωραίος γκόμενος, τουλάχιστον, να μ' έχω να με χαίρομαι. Το παράκανα όμως, είναι αλήθεια. Κάποια στιγμή, αρχίσανε να μου δίνουνε το κλειδί του γυμναστηρίου για να ανοίγω τα Σάββατα, έκανα πρόγραμμα έξι μέρες τη βδομάδα κι είχα φτάσει να σπρώχνω 215 κιλά στην πρέσα για τα πόδια (δεν ήμουνα ακόμη σε ηλικία για σκουώτς). Είχα γίνει τούμπανο- νταούλι!
Κάπου σ' εκείνη τη φάση, βρέθηκα μια μέρα έξω από τις αίθουσες της έκτης δημοτικού. Σε ώρα διαλείμματος, πέτυχα τον κύριο Εξάρχου, να στέκεται στην είσοδο της τάξης του, και να με κοιτάει με τα γουρλωτά του μάτια. Ήτανε πιο κοντός απ' ότι τον θυμόμουνα- ένας μαυριδερός ζουμπάς με κοιλάρα κι αραιά μαλλιά, γλειμμένα στο κεφάλι. Τον έβλεπα να με κοιτάει και ήξερα τί θυμότανε, γιατί θυμόμουνα το ίδιο κι εγώ. Και ήξερα και τί σκεφτότανε, γιατί κι εγώ το ίδιο σκεφτόμουνα.
Ότι ώρα ήθελα, μπορούσα να τον πιάσω και να τον δέσω φιόγκο. Να του τσακίσω τα κόκαλα του πούστη, να τον μάθω να βαράει παιδάκια. Τί θα πεί του είχα γαμήσει το μάθημα; Έτσι τα μαθαίνουνε τα παιδιά; Κι άμα μεγαλώσουνε, τί νομίζεις οτι θα γίνουνε, αν τα έχεις μάθει έτσι; Αν τον έλοιωνα σα σκουλήκι τώρα που μπορούσα, το μάθημά του δεν θα τον τάιζα, να σκάσει; Έπρεπε ή δεν έπρεπε να τον σκίσω ξέφτια;
Είχα ήδη φάει μια κατραπακιά απίστευτη, από τη ζωή (που λένε) εκείνη την εποχή κι έκανε καιρό πολύ να μου περάσει. Εκείνη τη μέρα όμως, δε μάσησα. Δεν είχα πια ανάγκη να φοβάμαι καμμιά μαλακόφατσα σαν κι αυτόνε. Είχα σταθεί στα πόδια μου. Είχα βρει τη δύναμή μου. Και δεν είχα ανάγκη κανέναν. Έλαμπα από μέσα μου, με το δικό μου φώς κι είχα διαλέξει ποιό μάθημα να μάθω στη ζωή μου. Δεν διάλεξα το μάθημα του Εξάρχου, και του πατέρα μου, και της γενιάς τους, οτι μόνο με το ζόρι γίνεσαι άνθρωπος. Έμαθα οτι μέσα μου, είμαι από χρυσάφι, οτι ήρθα στον κόσμο για να τον κάνω καλύτερο, όχι χειρότερο.
Έφυγα λοιπόν και τον άφησα να κάνει το σταυρό του, που δεν ήμουνα κι εγώ καθήκι σαν τα μούτρα του. Γιατί έτσι και τον βούταγα, δεν θα ξαναπερπατούσε, ο σκατόγερος... το μαλάκα.
39 σχόλια:
Η πανταχού παρούσα, και τα πάντα πληρούσα βία. Νυν και αει;
Πώς να την εξουδετερώσουμε, πώς να την αρνηθούμε ως κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας με τους άλλους, και πώς να διαχειριστούμε εκείνα τα μικρά πολύτιμα κομμάτια της που μπορεί να είναι γόνιμα;
Μ΄αυτά που έγραψες, νιώθω πως έχω φάει ένα γερό πνευματικό /συναισθηματικό μπουκέτο ίσια στα μούτρα.
Σκέφτομαι τόσα πράγματα με αφορμή την αφήγησή σου, που έχω βραχυκυκλώσει.
Μπζζζζ.
Κιπ ράιτινγκ.
Ρε Στάσα, έβαλες και φωτογραφία σου τις προάλλες, αποκλείεται να είσαι πολύ μεγαλύτερη από εμένα. Ήδη στην εποχή που πήγαινες σχολείο ο Εξάρχου θα μπορούσε να χάσει την άδεια άσκησης επαγγελματος για αυτό που έκανε και να πάει φυλακή, κακοποίησε σοβαρά ανήλικο μέσα στην τάξη του. Όσον αφορά τους γονείς σου, πάλι καλά που δε σας πήρε χαμπάρι η Πρόνοια, θα μεγάλωνες σε ίδρυμα από πριν να χωρίσουν.
Θεσμικές μαλακίες γράφω, αλλά ση δουλειά μου έχω να κάνω με παιδιά και με απασχολεί κι αυτή η πλευρά της ιστορίας σου.
Το συμπέρασμα το γράφεις και μόνη σου ότι δεν διάλεξες το μάθημα του Εξάρχου, και του πατέρα σου, και της γενιάς τους, οτι μόνο με το ζόρι γίνεσαι άνθρωπος, έμαθες οτι μέσα σου είσαι από χρυσάφι, οτι ήρθες στον κόσμο για να τον κάνεις καλύτερο, όχι χειρότερο.
Σε χαίρομαι που βγαίνεις με δύναμη μέσα από τέτοιες δυσκολίες. Επίσης βρίσκω σημαντικό στο μπλογκ σου ότι παίρνει μια ενδιάμεση θέση ανάμεσα στα χαριτωμένα γκέι ημερολόγια με τα μοντέλα εσωρούχων και τα τελείως ακτιβιστικά, παίρνεις δηλαδή ουσιαστικη πολιτική θέση σε όλα τα θέματα που σε απασχολούν.
Ξαναδιαβάζω το σχόλιό μου και φαίνεται άσχετο με μια τόσο συναισθηματική ανάρτηση, αλλά αυτά μου έφερες στο μυαλό. Να με συμπαθάς για αυτό.
Κι εγώ που νόμιζα ότι σε ήξερα αρκεά καλά...
Ωχ, Παναγίτσα μου! Ρε συ, τι να πω... από συμπληγάδες πέρασες. Σε θαυμάζω. Που δεν έδωσες στον πειρασμό και δεν σακάτεψες τον σκατάνθρωπο.
Πολλά φιλιά.
Δεν ενέδωσες, ήθελον ειπείν...
Aυτή είναι η πραγματική δύναμη, η ώριμή της φάση. Που ξέρεις ότι μπορείς να τον σαπίσεις τον άλλον, αλλά τον αφήνεις και προσπερνάς.
Οι Ελληνάρες πάντως ΑΚΟΜΗ αυτής της σχολής είναι σε πολλές περιπτώσεις - συμμαθήτριες των δικών μου και πάνε στο πανάκριβο -μη χέσω- σχολείο με μελανιές και οι μάνες από πίσω (που πολύ πιθανόν να τις τρώνε κανονικά, μια και το Γκούτσι έχει τίμημα, αγάπη μου!) κι αρχίζουν: "αχ, τι άτακτο παιδί, πάλι έπαιζε και τσακίστηκε μόνο τους στην ευθεία" (με τι ρε σεις, τι έπαιζε, με τον Σουγκλάκο μποξ?!
Καλά που είσαι έξω... δεν το ξέρεις προφανώς, αλλά για μπες λίγο εδώ, γιατί δεν έχει αλλάξει τίποτε απολύτως ένα χρόνο μετά! για να δεις τι ετοιμάζουμε πάλι... πες τα στους φίλους σου τους Αγγλους να μας σιχαθούν εντελώς!
Πάντως, αν θες, πες σε ποιο δημοτικό είναι ο κύριος Εξάρχου να το φροντίσω το θέμα αλλιώς..Καληνύχτες συμπαράστασης..
!!!!!!!!!!!!!!!!!!
!!!!!!!!!!!!!!!!!!
!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Το ξύλο φέρνει κι άλλο ξύλο. Και ο ψυχολογικός πόλεμος στο παιδί των-στα-πρόθυρα-χωρισμού-κ-μετά γονιών είναι ο χειρότερος.
Δάσκαλοι σαν κι αυτόν θα έπρεπε να σταματήσουν να υπάρχουν. Υπάνθρωποι.
Ζωώδη ένστικτα και πρωτόγονες μέθοδοι επιβολής. Ευτυχώς κανείς δεν είναι κανενός και υπάρχει η Τήσις που λέγαν και οι αρχαίοι μας. Ημουν που ήμουν χάλια και μ'αποτέλειωσες
Πάντως τώρα σκάω ένα χαμόγελο, γιατί ξέρω ότι είσαι στην πλευρά των νικητών της ζωής. Μια αγκαλιά σφιχτή σφιχτή από εδώ
Eγω αν μπορουσα θα το ριχνα το ξυλο.
Γονείς... >:-|
!!! πολύ δυνατό
Ink:
Μπουκέτο, όπως καταλαβαίνεις, είναι το τελευταίο που ήθελα να σου ρίξω... :) Γόνιμα κομμάτια βίας... χμμ, θα το σκεφτώ και θα σου πώ. Σ' αυτή τη φάση που βρίσκομαι, τη βία γενικώς τη σκέφτομαι μόνο ώς ένα ξεμπούκωμα, που πρέπει όμως να ξέρεις τί σου κάνει όταν το κάνεις. Τέλος πάντων, τώρα είμαι μια κυρία, δεν έχει τσαμπουκάδες και μπάχαλα πια!
Εσύ, σε τί ηλικίες κάνεις μάθημα; Πιστεύω πια δεν ρίχνουνε ξύλο οι δάσκαλοι στα σχολεία, έ;
Άμμος:
Όχι, καλά κάνεις και μιλάς για νόμους και κανονισμούς. Αν έχουμε ελπίδα να αλλάξει κάτι, με τους νόμους θα αλλάξει που σιγά σιγά θα γίνουνε συνείδηση και καθημερινότητα.
Πάντως, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει τίποτα για τον κο Εξάρχου. Νομίζω υπήρχαν ήδη σχετικοί νόμοι, όμως κάποιος έπρεπε να κάνει μια καταγγελία τουλάχιστον, όχι; Ποιός όμως; Οι δικοί μου δεν θέλανε φασαρίες, το σχολείο δεν ήθελε φασαρίες, κλπ, κλπ. Φαίνεται το μάθημα που είχανε μάθει είναι οτι όποιος κάνει φασαρία, τρώει μάπες.
Μια κι ασχολείσαι μ΄ αυτά, εχτές προσπαθούσα να θυμηθώ λεπτομέρειες για κάποιον νόμο που ψηφιζότανε, πρόσφατα, ή θα ψηφιζότανε κοκ, για τη βία στην οικογένεια; Ξέρεις μήπως τί προσπαθώ να θυμηθώ; <_<
Παππουδιαμάντη:
Εσύ φανταζόμουνα οτι κάτι θα θυμόσουνα... Τον κο Εξάρχου, τουλάχιστον, που είχε μια φήμη για αγριάνθρωπος (και κομμουνιστής, άσχετο!). Νομίζω εσύ είχες τον κο Λαλλιώτη, ε;
Για τη σχέση μου με τους δικούς μου δεν νομίζω να μιλούσα ποτέ σε κανέναν. Και γιατί να σου χαλάσω τα κέφια;
Αphrodite:
Ξέρω για τη φάση που κάνετε με την σελίδα για την Αμαλία. Για την ίδια, έμαθα μετά που είχε πεθάνει, από τα νέα στο ίντερνετ. Λέω να ανεβάσω κι εγώ το κείμενο την πρώτη του μηνός. Όπως είπα και στο μπλογκ της ινκ, εγώ θεωρώ οτι αυτές οι "μικρές" δράσεις, φέρνουν την ανατροπή. Είμαστε το κύμα, λέω.
Πριν από κάμποσο καιρό, εδώ στο Μπράιτον, ξεναγούσα μια Ελληνίδα κυρία, που είδε κάτι κοπέλες μουσουλμάνες, και σχολίασε οτι δεν της άρεσε να βλέπει να φοράνε τσεμπέρια, γιατί, λέει, τα φοράνε για να κρύβουνε τις μελανιές από τις μπουνιές που τρώνε στα σπίτια τους. Πέρα από τις άλλες μου αντιρρήσεις για το σχόλιό της, το πρώτο που σκέφτηκα να της πώ είναι οτι κι οι κοπέλες που δεν φοράνε τσεμπέρια, αλλά και τ΄ αγόρια, σε οικογένειες οποιασδήποτε θρησκείας, δεν έχουν κάποια αυτόματη προστασία από τη βία των πατεράδων τους... και των μανάδων τους.
Κι όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει, νομίζω, κι απ' την εποχη που πήγαινα σχολείο ακόμη. Ας πούμε, ο πατριός μου, μια φορά είχε ρίξει ένα σκαμπίλι σε μένα κι ένα στον γυιό του, μια μέρα που είχαμε λυσσιάξει πραγματικά. Κι αυτό ήτανε. Η ιδέα οτι τα παιδιά πρέπει να τα δέρνεις (και τις γυναίκες, επίσης!) ήτανε νομίζω, ήδη σε φάση υποχώρησης...
Ξέρω, υπάρχουν ακόμη κάφροι. Κάτι σου 'πα τώρα δηλαδή :(
... για το Γκούτσι... χα. Άσε μην ανοίξω τη στοματάρα μου. Σε άλλο πόστ.
Όναρ:
Όχι ρε σύ. Το θέμα είναι οτι αυτός ο άνθρωπος, με το φέρσιμό του, είναι ο ίδιος η τιμωρία του. Άλλωστε έχει περάσει και καιρός, θα είναι στη σύνταξη, αν ζει κιόλας πια.
Νά ΄σαι καλά πάντως, για την πρόθεση. Να σ΄ έχω υπόψη μου :)
Προβατάκο:
Σσσς, ώωω ωω, τσώπα, τσώπα... Συμβαίνουν κι αυτά. Να, κοίτα, μια χαρά είμαι, γερή δυνατή, και τρώω σαν πέντε μοσχάρια! In rude health που λένε εδώ οι Άγγλοι!
Όνι:
Γειά! Το θέμα είναι να σπάσει ο κύκλος της βίας. Η ψυχολογική βία είναι που πονάει περισσότερο, όντως.
ΜΑD:
Αγκαλίτσα!!!! *^_^*
X-Oyranoy:
Όχι βρε! Δεν κατάλαβες το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας; Θα σε βάλω να γράψεις τεστ! :)
Καλώς ήρθες κι εσύ!
Chaos Onion:
Έχουμε τα ίδια γούστα στις ταινίες; Γιατί δεν έχεις μπλογκ; σνιφ.
Γειααα!!! \^_^#
Έντεκα:
Φχαριστώ, νά ΄σαι καλά. :)
Στάσσα προσπαθείς να θυμηθείς αυτό:
www.isotita.gr/index.php/news/381
Την καλημέρα μου.
Μα καλά είναι ποτέ δυνατόν;;;;;;;;;;;
Πότε συνέβαιναν όλα αυτά; :-Ο
μα τι υπεροχο κειμενο στασσα...μα τι υπεροχο κειμενο!
Άμμος:
Αυτό έψαχνα! Ευχαριστώ πολύ!
Gay Super Hero:
...όταν πήγαινα έκτη δημοτικού! Μή με φέρνεις σε δύσκολη θέση τώρα...
:)
Λολίτσα:
Γειά, νά ΄σαι καλά! ...να σε λέω Λολίτσα; :0
Kυρ Άμμε, έχει σημασία;
Μια ωραία ιστορία είναι πάντα μια ωραία ιστορία.
Ψοφάω για ιστορίες.
Αν και δεν είμαι καλός άνθρωπος. Έχω φάει λίγο ξύλο που το ανταπέδωσα στο δεκαπλάσιο, σύμφωνα με τον εβραϊκό νόμο.
όντας της ίδιας σχολής, σε καταλαβαίνω σε μεγαλο βαθμό..
απλά δεν ξέρω αν θα χα την ωριμότητα να προσπεράσω τον κ. Εξαρχου..
Όπως περιέγραψες ειναι τεράστιος ο πειρασμός..
είναι απίστευτο αυτό που περιέγραψες.. ... ...
Στάσσα,
πολύ δυνατό το κείμενο και δεν καταπίνεται με την πρώτη. Ο τρόπος που γράφεις κι εκφράζεσαι είναι ούτως ή άλλως πολύ ιδιαίτερος (θετικά το εννοώ, μην παρεξηγηθώ), αλλά αυτή τη φορά το περιεχόμενο σοκάρει.
Όχι ότι δεν έχω φάει κι εγώ τις ξυλιές μου στον κώλο, αλλά ήταν πολύ λίγες και πολύ μικρή και δεν μου έχουν μείνει κακές μνήμες. Να σου πω την αλήθεια περισσότερο σοκαρίστηκα με τους γονείς σου κι όχι με τον Εξάρχου, γιατί αυτοί έκαναν το κατ'εξακολούθηση έγκλημα...
Ποιός ξέρει αν αυτό που γράφει ο άμμος για ίδρυμα θα ήταν λύση. Με προβλημάτισε πάντως...
Επί της ουσίας: Πόση δύναμη έχεις μέσα σου ρε παιδάκι μου;
Όταν ήμουν μικρός ζούσαμε στην επαρχία. Έπεφτε πολύ ξύλο στο σχολείο και, θυμάμαι, ότι μερικοί μαθητές ήταν μόνιμοι στόχοι.
Πάντως διαβάζοντας τις δύο τελευταίες παραγράφους επιβεβαιώνεται η - ίσως - αποσπασματική εικόνα ανθρώπου που έχω σχηματίσει για σένα. Very together. Και μη το θεωρήσεις απλή κολακεία.
Μήπως έπρεπε να του ρίξεις μιά χλέπα τουλάχιστον? Άι σιχτίρ! Τα πήρα!
Έλα άν θες απ΄την ποντικότρυπα, να πούμε ψέμματα... Και μη φοβάσαι! Εκεί δε θα μας δείρει κανένας χαμούρης!
Tanila:
Μόνο ο Θου Βου ξέρει ποιός είναι καλός άνθρωπος! Ας πούμε οτι έχω κάνει κι εγώ πράγματα που δεν μ' αρέσει να τα θυμάμαι.
Οι ιστορίες μ' αρέσουνε κι εμένα. Τώρα θέλω να κάτσω να σου γράψω ένα κατεβατό ολόκληρο για τις ιστορίες και τη φαντασία, γιατί είναι πολύ σημαντικό θέμα στην προσωπική μου μυθολογία! Σε κάποιο άλλο ποστ, ίσως... :)
Μιμη:
Α, κι εσύ ε; Εντάξει, δεν πάθαμε και τίποτα, αλλά θα προτιμούσα να μην έχω περάσει τα σχολικά μου χρόνια μες το φόβο της σφαλιάρας όλη την ώρα... και φοβάμαι λίγο μήπως κάπου με "έσπασε" όλη αυτή η πίεση κι έχασα κάμποσο από τον τσαμπουκά που θα μπορούσα να έχω στη ζωή μου. Τί λες κι εσύ; Θέλω να ελπίζω οτι έχω παραμείνει ατίθαση κι αγρίμι, κι οτι, αν με ξαναείχε στην τάξη του ο κος Εξάρχου, πάλι θα του έκανα τη ζωή ποδήλατο... έτσι, για να μάθει!
alienlover:
Εϊμαι εκτός θέματος, αλλά γουστάρω τρελλά το artwork στο μπλογκ σου!!
Ιφιμέδεια:
Να σου πώ, για το ίδρυμα. Δεν νομίζω οτι θα περνούσα καλύτερα μακρυά από τους γονείς μου από ότι μαζί τους. Ξύλο ξεξύλο και φωνές κλπ, θα μου λείπανε άσχημα και θα έτρωγα μεγάλο πακέτο, αν ήξερα οτι δεν ήταν ικανοί να με μεγαλώσουνε. Εξ΄ άλλου, τα ιδρύματα στην Ελλάδα δεν νομίζω οτι είναι το καλύτερο μέρος για να μεγαλώσει ένα παιδί. Φαντάσου τί θα γινότανε και με τις ιδιαιτερότητες τις δικές μου. Μπα... σαν ταινία του Μάικ Λη θα κατέληγα...
... επί της ουσίας; Σκυλί σκέτο... :)
Θωμά:
ώχ, ψιλομπλοκάρω με τα καλά λόγια. Δεν μπορούσες να μου πεις οτι έχω ωραία μάτια ας πούμε, που είναι εύκολο; :p Νά ΄σαι καλά, πάντως.
... αυτό που είπες για μόνιμους στόχους, με εκφράζει, φοβάμαι. Η αλήθεια είναι οτι ήμουν τελείως τρελλό παιδάκι στο σχολείο, δεν μπορούσα να προσαρμοστώ με τίποτα. Γι΄ αυτό με είχανε συνέχεια στη μπούκα, αλλα και πάλι δεν ησύχαζα. Αν μ΄ είχα μαθητή, κι εγώ θα είχα απηυδήσει. Και πάλι όμως, η σφαλιάρα δεν είναι μόρφωση, πώς θα γίνει.
Τριποντικάκι μου,
το θέμα ήταν να μην ξεκινήσω τις εχθροπραξίες. Γιατί έτσι και ξεκινούσα, δεν θα σταμάταγα στις χλεμπόνες... Με το άχτι που τον είχα θα μας γράφανε πρωτοσέλιδο.
Όλοι μαζί:
Προσπαθώ από τις απαντήσεις σας να καταλάβω κατά πόσο ήταν συνηθισμένο να τρώμε όλοι ξύλο από τους δικούς μας, και μάλλον βλέπω πως δεν ήτανε. Το επεισόδιο με τον κο Εξάρχου ήταν ένα και μοναδικό, όπως εξήγησα, από τα χειρότερα και γι' αυτό μου έχει μείνει κι έτσι όπως μου έμεινε. Από την άλλη, όπως λέει κι ο Θωμάς, στην επαρχία, κι ίσως σε λίγο παλιότερες εποχές από ότι θυμούνται οι πιο πολλοί μπλόγκερς, ήταν πιο συνηθισμένο το ξύλο απ' ότι πιο πρόσφατατα και στην Αθήνα. Τώρα θα νομίζετε δηλαδή οτι είμαι καμμιά γιαγιά βλάχα... να πάω ν' αρμέξω την κατσικούλα μου, ε;
... μη μου φρικάρετε μωρέ. Μια χαρά είμαι, γερή δυνατή, επιβεβαιώνω τον Νίτσε. Και, ναι, αλλάξαμε (Αφροδιτάρα μου!). Εγώ ας πούμε, αν έκανα παιδιά, δεν θα τα βάραγα κι ας με τρώγανε ζωντανή. Είμαστε όμως άνθρωποι της εποχής μας. Εξήντα χρόνια πίσω, στους περισσότερους (κι εμένα μαζί) δεν θα μας φαινότανε τόσο τρομερό... Πάμε μπροστά δηλαδή, βρίσκω, όχι πίσω. Πάμε όμως χαλαρά θαρρώ και δεν μας φτάνει... Ξέρεις τώρα πώς είναι ο Έλληνας με την ταχύτητα!! :D
εγω πάλι νομίζω ότι έμαθα άριστα να το βουλώνω..αυτό το "ο δάσκαλος έχει πάντα δικιο" δεν ξέρω- εμενα πέρασε για τα καλά στο μυαλό μου..Ναι τώρα που το σκέφτομαι, το βουλώνω απο τότε με μεγάλη επιτυχία..
Τώρα γιατί νιώθω δαρμένη; Μου λες; :)
πολύ πολύ όμορφο κείμενο, αν και στο τέλος θα μ'άρεσε να τον είχες δείρει, τα λόγια σου είναι πιο σωστά:-)
Δυστυχώς το ξύλο και η βία εντός των τειχών και των τοίχων εφαρμόζεται και θα εφαρμόζεται τακτικά σε πολλά σπίτια. Κρυφά ή φανερά, έτσι είναι. Σε μη αστικές περιοχές λόγω της αυξημένης ισχύος των παραδόσεων παίζει πολύ ξύλο, που λόγω συνθηκών είναι όχι μόνο γνωστό σε όλους, αλλά και σιωπηρά αποδεκτό. Αυτή είναι μια τεράστια υπόθεση, δε θα την αγγίξω τώρα.
Στα σχολεία το ξύλο τείνει να εξαφανιστεί. Λυπάμαι που το λέω, (και ίσως να είναι μια λανθασμένη προσωπική εκτίμηση αυτή), αλλά αν δεν υπήρχε αυστηρή νομοθεσία επ'αυτού πολλοί ασυνείδητοι ή απαίδευτοι δάσκαλοι θα άπλωναν ακόμα χέρι στα παιδιά. Κι αυτό γιατί η βία είναι η ευκολότερη μέθοδος άμεσης επιβολής στους μικρούς. Δε θέλει κόπο, προσπάθεια, χρόνο, σκέψη. Δεν απαιτεί από το δάσκαλο να είναι σε εγρήγορση για τις ανάγκες των παιδιών. Δεν θέλει μόρφωση, ατομική και κοινωνική συνείδηση, δε θέλει αγάπη ακόμα και για τα πιο δύσκολα παιδιά.
Η βία προσφέρει εκτόνωση και εξουσία.
Τα παιδιά είναι σε άλλη σφαίρα αντίληψης του κόσμου. Πολλές φορές σου 'ρχεται να τα πνίξεις. Γιατί;
Γιατί σε κολλάνε στον τοίχο. Γιατί σου ανατρέπουν όλα όσα περιμένεις. Γιατί σου "γαμάνε το μάθημα". Γιατί δε βάζουν τις προτεραιότητες που βάζουμε εμείς.
Γιατί έχουμε ξεχάσει πώς σκεφτόμασταν και πώς νιώθαμε ως παιδιά.
Αν θέλει ο εκπαιδευτικός "να ΄χει το κεφάλι του ήσυχο", θα δείρει. Θα προσβάλει. Θα μειώσει με κάθε τρόπο. Θα κάνει ήσυχα τη δουλίτσα του μέσα σε καθεστώς τρόμου.
Η βία είναι άλλωστε η πιο γνωστή φόρμα επικοινωνίας με τον κόσμο. Και για πολλούς ανθρώπους παραμένει και η μοναδική.
(σεντονιάδα τέλος!)
Ε μα ένα ξύλο χρειαζόταν, αλλά η λογική είναι πιο σωστή. Ίσως και να κατάλαβε περισσότερα έτσι.. θα είδε το βλέμα σου και την διάπλαση και θα του ήρθε κόλπος!
Με ισοπέδωσες..
:) θες να σου στείλω το template να το βάλεις κι εσύ; :)
Μίμη: Δε μιλάω, γιατί έχω κάνει κι εγώ τουμπεκί ψιλοκομμένο μπροστά στην ανώτερη βία, από τότε, συχνά. Επίσης μου έχουν τύχει διάφορες περιπτώσεις όπου η απειλή της βίας δεν ήταν εναντίον μου και θα έπρεπε να έχω βάλει τις φωνές και να αντιδράσω, γενικώς, όμως και πάλι... η κυρά μας η κοκό... Κι άλλες φορές πάλι στάθηκα στο ύψος μου κι είτε έφαγα σφαλιάρα και πάλι, είτε όχι.
Από ένα σημείο και μετά, η σφαλιάρα δεν πονάει, να το βουλώνεις και να μην κάνεις τίποτα σφάζει.
NIEMANDROSE: ε... ελπίζω όχι εξ΄αιτίας μου... :(
les: ... τον έχω δείρει πολλές φορές, με τη φαντασία μου. Τώρα θυμάμαι το ποστ σου με τον σκατόγερο και την κοπελίτσα στο δρόμο...
ink: Πλέκεις την προίκα σου κόρη μου; :p Δεν την είχα σκεφτεί τη βία ως μέθοδο επικοινωνίας, αλλά τώρα που το λές, έτσι είναι. Κι εδώ που τα λέμε, είναι αποτελεσματική, αν δεις τη μικρο-συζήτηση που έχουμε με το Μίμη, για το κατά πόσο μας σπάσανε τον τσαμπουκά με το ξύλο που φάγαμε... Έχω την εντύπωση οτι για τον περισσότερο κόσμο, έτσι είναι. Θέλω να πώ, το μήνυμα που περνάει είναι σκάσε και βούλωστο. Κι αναρωτιέμαι, τώρα. Καλά, ας τους δασκάλους. Οι γονείς που μεγαλώνουνε έτσι τα βλαστάρια τους, τί άνθρωπο νομίζουνε οτι θα φέρουνε στην κοινωνία, που προσπαθούνε να του μάθουνε να τις αρπάζει και να το βουλώνει, δίκιο- άδικο; Όχι λέω.
Ηφαιστίωνα: Ξέρω 'γω. Ελπίζω να άλλαξε βρακί μόλις γύρισε σπίτι του. Μπλιεχ.
Dark Maiden: Γαμώτο, ρε παιδιά, αφού έχει κάθαρση στο τέλος η υπόθεση... Γιατί σας παίρνει από κάτω; Είπαμε, έμαθα, επέζησα κι είμαι και γαμώ τις γκόμενες... παρόλη την (πρώην!) διάπλαση!! :D
Alienlover: Ε; Ώχ, ευχαριστώ, αλλά άσε γιατί βαριέμαι απίστευτα να ασχοληθώ με την... αισθητική του μπλογκ! Αν μου πεις όμως από που είναι οι εικόνες, αν δεν είναι δικές σου, θα το εκτιμήσω. Μ' αρέσουνε και μένα τα Γιαπωνέζικα, αλλά δεν έχω διαβάσει και τόσο πολλά που να το αναγνωρίσω αμέσως... :)
εχω μια εξυπναδα που λεω η οποια παει καπως ετσι
"απ οσο σε χτυπησαν χτυπα τους πισω πιο δυνατα"
η περιπτωση σου ειναι διαφορετικη βεβαια, κι εσυ καλα ξηγηθηκες.
Το θέμα είναι οτι αν σήκωνα εγώ το χέρι μου, στην φάση που ήμουνα βόδι, ο κος Εξάρχου θα βρισκόταν στην ίδια θέση που ήμουν εγώ όταν ήμουν παιδάκι: απροστάτευτος.
Δεν λέω να καθόμαστε να τις τρώμε και να μη μιλάμε. Αντιθέτως... Όταν πρέπει να υπερασπιστείς την ύπαρξή σου, πολεμάς και τους γαμάς τη μάνα.
Γεια σου Stassa..Είσαι καλά;
Κόλλησα ατελείωτα με όλο αυτό που διάβασα, σαν κείμενο ήταν καταπληκτικό, σαν ιστορία ήταν...Δε θέλω να σχολιάσω μωρέ, δεν σηκώνει και πολλά λόγια όλο αυτό.
Έτοιμη να βάλω τα κλάμματα ήμουν εκεί που λες ότι έμαθες οτι μέσα σου είσαι από χρυσάφι κι ότι ήρθες για να κάνεις τον κόσμο καλύτερο.
Και δεν σε ξέρω, αλλά κάτι μου λέει ότι είσαι, για αυτά που γράφεις, για αυτά που σκέφτεσαι...Και μπράβο ρε κορίτσι μου που ξαναγράφεις το lifescript σου όπως εσύ το θες. Το δυσκολότερο είναι αυτό.
Αυτό ήθελα να σου πω. Να είσαι καλά. Και σε ευχαριστώ για όσα από εσένα έχω διαβάσει.
"Και μπράβο ρε κορίτσι μου που ξαναγράφεις το lifescript σου όπως εσύ το θες."
Έτσι, αυτό που λές. Νά 'σαι καλά κι εσύ, με νοιώθεις! :)
2 χρόνια μετά,σου γράφω,για να σου πώ
υποκλίνομαι,Στασσα. Επειδή είσαι απο χρυσάφι.
Οι δικοί μου τον είχαν πάρει γιά ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι.
Και στα ιδιαίτερα βάραγε το κάθαρμα. Υπήρξα και εγώ θύμα. Είναι φοβερό τι μπορεί να βρει κανείς γκουγκλάροντας το όνομα "Εξάρχου" κι από δίπλα "δάσκαλος".
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα